Καμιά φορά είμαι βασιλιάς, και τότε ή προδοσία με κάνει να ποθώ τη ζωή του ζητιάνου. Γίνομαι ζητιάνος, Κι η ανυπόφορη στέρηση με πείθει πως πιο καλά ήμουν βασιλιάς. Και να: ξαναφορώ το στέμμα. (Σαίξπηρ, ο βασιλιάς Ριχάρδος)

Σάββατο 3 Αυγούστου 2019

Παντρεμενη σαρδελα της Bασιλικής

Tα καλοκαιρινά βράδια θέλουν καλή παρέα για να γίνουν  ακόμα πιο όμορφα κι ονειρεμένα. Όταν συνοδεύονται κι απο νόστιμες γεύσεις και καλό τσιπουράκι τοτε   είναι που γεννιούνται οι αναμνήσεις.
Παντρεμένη σαρδέλα στα καρβουνα, απο τα χερακια  της Βασιλικής σας έχω σήμερα. Bαλτε λοιπον τα καρβουνα, φροντιστε να υπαρχει αρκετός πάγος για το τσίπουρο και καλη σας όρεξη.

Yλικά:
 
  • 1 κιλό σαρδέλες καλά καθαρισμένες 
  • 5 σκελίδες σκόρδο ψιλοκομμένες
  • ψιλοκομμένο μαϊντανό
  • νερό όσο χρειαστεί
  • αλάτι
  • ρίγανη
  • μαύρο & κόκκινο πιπέρι
  • 1 κρεμμύδι κομμένο σε ροδέλες
Eκτέλεση:

Ετοιμάζετε τη γέμιση σ’ ένα μπόλ, ανακατεύετε τον ψιλοκομμένο μαϊντανό και τις 5 ψιλοκομμένες σκελίδες σκόρδο και λίγο απο το κρεμμύδι.
Ανοίγετε στη μέση τις σαρδέλες, αφαιρείτε τη ραχοκοκκαλιά τους, τις γεμίζετε με το μείγμα μαϊντανού και τις ενώνετε ξανά. Επαναλαμβάνετε με όσες σαρδέλες θέλετε.
Τις πασπαλίζετε και από τις δυο πλευρές με ρίγανη, αλάτι, μαύρο και κόκκινο πιπέρι. Λαδώνετε μια σχάρα και τις ψήνετε και από τις δυο πλευρές.
Ετοιμάζετε τη σάλτσα Αναμιγνύετε το χυμό λεμονιού ,το ελαιόλαδο ,τη μουστάρδα και τα χτυπάτε με ένα πιρούνι μέχρι να γίνουν μία ομοιογενής πηχτή σάλτσα.
Όταν είναι έτοιμες, τις τοποθετείτε σε μια πιατέλα. Σερβίρετε οσο είναι ζεστές.

Σάββατο 14 Οκτωβρίου 2017

Κοκκινιστό με χοντρό μακαρόνι

Το κοκκινιστό μοσχαράκι, βασίζεται στην παχιά καραμελωμένη σάλτσα ντομάτας και βέβαια είναι αδιανόητο να το απολαύσει κανείς αν δε συνοδεύεται με χοντρά μακαρόνια να τρυπώνει  μέσα η σαλτσούλα!!! 

Υλικά:

  • 1,2 κιλά μοσχάρι από σπάλα (ζητήστε σπαλομίτα ή χτένι από σπάλα, που είναι τρυφερότατο κομμάτι), κομμένο σε μέτρια κομμάτια (περίπου 100 γρ.)
  • 2 μέτρια ξερά κρεμμύδια, σε μικρά καρέ ή σε λεπτές φέτες
  • 3-4 σκελίδες σκόρδου (ή όσο σκόρδο θέλουμε)
  • 4 μεγάλες ώριμες ντομάτες, ξεφλουδισμένες (δες πώς τις ξεφλουδίζουμε πατώντας εδώ) και κομμένες σε καρέ
  • 1 γεμάτο κουτ. γλυκού πελτές ντομάτας, διαλυμένος σε 1 φλιτζ. τσαγιού νερό
  • 120 ml ελαιόλαδο
  • 150 ml λευκό, ξηρό κρασί ελάχιστη ζάχαρη
  • 2 φύλλα δάφνης
  • 1 μικρό ξύλο κανέλας
  • 6 - 7 μπαχάρια
  • 1 πακέτο μακαρόνια χοντρά
  • αλάτι, πιπέρι φρεσκοτριμμένο
  • τριμμένη ξερή μυζήθρα ή κεφαλοτύρι για το σερβίρισμα
  • φύλλα από φρέσκο μυρωδικό της αρεσκείας μας (μαϊντανός, δυόσμος, βασιλικός, θυμάρι κ.λπ.), ψιλοκομμένα την τελευταία στιγμή

Εκτέλεση:
Τις σκελίδες σκόρδου τις αφήνουμε ακαθάριστες, ολόκληρες (αν θέλουμε πιο ήπιο το άρωμα του σκόρδου) ή τις καθαρίζουμε και τις ψιλοκόβουμε, αν μας αρέσει. Πλένουμε και στραγγίζουμε πολύ καλά τα κομμάτια του κρέατος. Πρέπει να το στεγνώσουμε ταμπονάροντάς το με χαρτί κουζίνας, για να πετύχουμε στη συνέχεια πολύ καλό ρόδισμα.
Ζεσταίνουμε μια ευρύχωρη κατσαρόλα σε δυνατή φωτιά, χωρίς λάδι. Πρέπει να κάψει πολύ καλά. Βάζουμε το λάδι και αμέσως τα κομμάτια του κρέατος. Τα ροδίζουμε πολύ καλά από τη μία πλευρά και τα γυρίζουμε για να ροδίσουν καλά και από την άλλη. Δεν στριμώχνουμε τα κομμάτια - αν δεν χωράνε σε μία στρώση, τα ροδίζουμε σε δύο δόσεις. Όσο πιο καλά ροδίσουν, τόσο πιο νόστιμο θα γίνει το κρέας και το φαγητό.
Βγάζουμε τα κομμάτια του κρέατος σε ένα μεγάλο πιάτο και ρίχνουμε στην κατσαρόλα τα κρεμμύδια, τις δάφνες, τα μπαχάρια και την κανέλα. Χαμηλώνουμε τη φωτιά και σοτάρουμε για 3-4 λεπτά, ανακατεύοντας με μια κουτάλα, μέχρι τα κρεμμύδια να γυαλίσουν και να μαραθούν. Προσθέτουμε το σκόρδο (σκελίδες ή ψιλοκομμένο) και συνεχίζουμε το σοτάρισμα για 1 λεπτό. Σβήνουμε με το κρασί, δυναμώνουμε τη φωτιά και μαγειρεύουμε για 2 λεπτά, μέχρι να εξατμιστεί το αλκοόλ.
Προσθέτουμε τις ντομάτες, τον αραιωμένο πελτέ, λίγη ζάχαρη και αλατοπίπερο. Μόλις κοχλάσει το μείγμα, βάζουμε τα κομμάτια του κρέατος στην κατσαρόλα και όσο ζεστό νερό χρειάζεται για να καλύψει το κρέας κατά τα 2/3. Μόλις το υγρό κοχλάσει έντονα, χαμηλώνουμε τη φωτιά τόσο ώστε να σιγοκοχλάζει πολύ απαλά, μισοσκεπάζουμε και μαγειρεύουμε για περίπου 1½ ώρα ή μέχρι να γίνει το κρέας πολύ μαλακό και να δέσει η σάλτσα.* Πετάμε τα μπαχαρικά και τα σκόρδα (αν τα βάλαμε ολόκληρα). Τραβάμε την κατσαρόλα από τη φωτιά και βάζουμε να βράσουν τα ζυμαρικά σε μιαν άλλη κατσαρόλα σε άφθονο αλατισμένο νερό, για όση ώρα λένε οι οδηγίες της συσκευασίας. Τα σουρώνουμε, τα βάζουμε στην κατσαρόλα και περιχύνουμε με μερικές κουταλιές από τη σάλτσα του μοσχαριού.
Ανακατεύουμε και μοιράζουμε τα μακαρόνια στα πιάτα με το κρέας και τη σάλτσα του. Πασπαλίζουμε με το ψιλοκομμένο μυρωδικό της αρεσκείας μας και όσο τυρί θέλουμε και σερβίρουμε.

Σάββατο 2 Σεπτεμβρίου 2017

Φούσκες

Μια μπουκιά θάλασσας κλεισμένη μέσα σε μια πέτρα που μπλέκεται στα δίχτυα των ψαράδων για να τους ταλαιπωρεί.
Οι ψαράδες κόβουν τις φούσκες με το μαχαίρι στη μέση και αποκαλύπτεται ο χρυσός γευστικός θησαυρός που κρατά η «πέτρα» στα σπλάχνα της. Έτσι απλωμένες οι ανοιγμένες φούσκες φαντάζουν ως ισχυρή πρόκληση στο βλέμμα και στη γεύση. Δεν χρειάζεται κάποια ιδιαίτερη προετοιμασία για να τις σερβίρετε. Η συνταγή για να διασκεδάσει την έντονη αίσθηση του ιωδίου που ξενίζει πιο πολύ εδώ στη στεριά, αλλά και να προσθέσει γευστικά χρώματα στην ήδη έντονα χρωματιστή όψη και γεύση της σάρκας της φούσκας, βαπτίζεται σε μια «λίμνη»,  σε μέγεθος μπολ, από ξίδι βαλσάμικο, λάδι, σκόρδο, κρεμμύδι, μαϊντανό, ρίγανη, αλάτι, και άφθονο πιπέρι από πάνω. Το τελετουργικό αυτού του ξεχωριστού μεζέ είναι να τον πιάσεις με το ψωμί και να τον φέρεις στο στόμα σου αρτυμένο από τις ευωδιές της «λίμνης».

Τετάρτη 9 Μαρτίου 2011

Η Σταχτογιώτα ( μέρος Β )


Μόλις συνήλθε από την έκπληξη η Παναγιώτα τη ρώτησε δειλά ποιά ήταν. –Μα … είμαι η νουνά σου χρυσό μου! Ήρθα να σε βοηθήσω να πας στο χορό και όχι μόνο… αν ο πρίγκιπας δε γίνει δικός σου απόψε εμένα να μη με λένε Μέλπω. Τώρα σε αυτό το σημείο εσείς αγαπητοί αναγνώστες θα έχετε ακούσει βέβαια την εξευγενισμένη έκδοση του ντίσνει που θέλει τη νονά νεράιδα να περιβάλλεται από φως και να μετατρέπει κολοκύθες σε άμαξες και ποντίκια σε άλογα. Να ντύνει τη Σταχτοπούτα με το μαγικό ραβδί της μέσα σε χρυσοκέντητο φόρεμα, να της φοράει γυάλινα γοβάκια, να τη συμβουλεύει να γυρίσει πριν τις 12 που θα λυθούν τα μάγια, να πηγαίνει στο χορό όπου ο πρίγκιπας την ερωτεύεται παράφορα και στη συνέχεια την ψάχνει απεγνωσμένος έχοντας ως λάφυρο το ένα από τα δύο γυάλινα γοβάκια. Αν σας αρέσει η ιστορία έτσι, όσο παράλογη κι αν είναι(και δεν είναι και λίγο), σταματήστε εδώ την ανάγνωση. Γιατί η πραγματικότητα (τα παραμύθια είναι βγαλμένα από τη ζωή) ήταν καλώς ή κακώς πολύ διαφορετική. Πρώτον και σημαντικό, η νουνά ήταν μία απλή θνητή ντυμένη με λαμέ (σπάνιο είδος στα χωριά την εποχή εκείνη). Η φωτιά από το τζάκι σε συνδυασμό με το λαμέ έδινε αυτή την αίσθηση της λάμψης που μπέρδεψε την Παναγιώτα και την πέρασε για νεράιδα. Δεν έκανε θαύματα η νονά, απλώς έκανε την Παναγιώτα ένα καλό μπάνιο, που έζεχνε από ιδρώτα και βρώμα, την κούρεψε, της πέρασε μια ισιωτική γιατί τα μαλλιά της είχαν κόμπους και ψαλίδα, της έκανε αποτρίχωση, της έβγαλε τα φρύδια, την έβαψε…ε, πολύ θέλει ο άνθρωπος…Η ιστορία της Παναγιώτας έχει εμπνεύσει γενιές και γενιές και το μοτίβο της μεταμόρφωσης της πανούκλας σε κούκλα έχει γίνει αγαπημένο θέμα σε ταινίες, τραγούδια και τηλεσειρές η τελευταία εκ των οποίων στη χώρα μας ακούει στο όνομα Μαρία η Άσχημη. Στις περισσότερες από αυτές η πρωταγωνίστρια από ηλίθια και άσχημη γίνεται κουκλάρα και πανέξυπνη. Κι η Παναγιώτα το ίδιο. Από μία χαζή γεροντοκόρη δουλάρα(γιατί τι άλλο παρά χαζή ήτανε αφού κάθονταν να υπηρετεί τις άγνωστες), η Μέλπω τη μεταμόρφωσε σε ένα αδίστακτο πορνίδιο που ήταν και η πραγματική της φύση. Της φόρεσε λαμέ και ζαρτιέρες, δεκαοκτάποντες γόβες σε ασημένιο μάτ και με οδηγίες για το τι να κάνει την έστειλε στο παλάτι με σκοπό να την πέσει στον πρίγκηπα και να φύγει ακριβώς την ώρα που θα τον έχει ανάψει, λίγο πριν συμβεί το μοιραίο. Έτσι κι έγινε….Η Παναγιώτα με το μίνι λαμέ και το δικτυωτό καλτσόν έκλεψε την παράσταση…Γιατί, ας μην είμαστε αφελείς, δεν υπήρχε άλλος τρόπος να προσέξει ο πρίγκιπας τη δικιά μας ανάμεσα σε τόσες κοπέλες. Οι δεκαοχτάποντες ασημένιες γόβες έκαναν τόση εντύπωση στους παρεβρισκόμενους, ώστε δημιουργήθηκε ολόκληρος θρύλος γύρω από αυτές, ενώ η πραγματικότητα ήταν ακόμα μια φορά διαφορετική. Η Παναγιώτα βρήκε ένα στύλο, έκανε έναν άκρως εντυπωσιακό χορό, βγάζοντας ένα ένα τα ρούχα της ώσπου έμεινε με τα εσώρουχα, έβγαλε το στηθόδεσμο και με μία κίνηση όλο χάρη τον πέταξε στα μούτρα του πρίγκιπα…αυτός ξαναμμένος έτρεξε κοντά της τότε αυτή τον φίλησε στα χείλη και με μια αέρινη κίνηση εξαφανίστηκε στο σκοτάδι της νύχτας…εκείνη την ώρα το ρολόι σήμανε δώδεκα………τυχαίο; Δε νομίζω…η Πανούργα Παναγιώτα παρακολουθούσε τους δείκτες για να κάνει πιο μεγάλο εφφέ…Φυσικά δε χρειάζεται να σας πω πως πέρασε όλη αυτή η ιστορία στη λαϊκή συνείδηση…από στόμα σε στόμα ειπώθηκαν σημεία και τέρατα…ότι τα μάγια θα λύνονταν στις 12 κ.ο.κ….Και φυσικά η ανεύρεση της νεαράς την οποία αναζητούσε ο πρίγκιπας εναγωνίως τις επόμενες ημέρες, σε καμία περίπτωση δεν έγινε με το χαμένο γοβάκι αλλά με το χαμένο….στηθόδεσμο. Κι επειδή πλούσια τα ελέη της Παναγιώτας καμιά στο χωριό δεν της ερχότανε σωστά στο βυζί κι έτσι η αναζήτηση πήρε ημέρες…Φυσικά το γεγονός αυτό δεν μπορούσε να αποτελεί μέρος παιδικού παραμυθιού γι αυτό αποκρύπτηκε και τη θέση του σουτιέν πήρε το γοβάκι, το οποίο όμως είναι ένας γελοίος συνειρμός ορμούμενος από την εντύπωση που είχαν προκαλέσει τα πατούμενα της Παναγιώτας στο χορό. Εννοείται πως δε φαντάζομαι νοήμονες άνθρωποι να πιστεύετε ότι μόνο σε ένα άτομο από όλο το βασίλειο έκανε ένα παπούτσι…με λίγο πάτακι μπρός ή πίσω και με μια σωστή πωλήτρια(Ελληνίδα κατά προτίμηση) θα έκανε σχεδόν σε όλες τις κοπέλες την εποχή εκείνη…το στήθος όμως της Παναγιώτας δεν το φτανε καμιά. Σε όλες κολυμπούσε…Άλλες βάζαν βαμβάκι, άλλες πορτοκάλια, άλλες μαλλί από πρόβατο, άλλες κάναν ενέσεις με ελαιόλαδο…τίποτα..τα φτηνά αυτά κόλπα δεν είχανε κανένα αποτέλεσμα. Και η… «αγωνία» του πρίγκιπα μέρα με τη μέρα φούσκωνε…(Εδώ θα κάνω μία παρένθεση να σας πω ότι το ορίτζιναλ στόρυ πέρασε από στόμα σε στόμα των ενηλίκων και κατάλοιπά του μπορούμε να βρούμε στην ταινία Η Χαρτοπαίχτρα με τη Ρένα Βλαχοπούλου όπου η πανούργα μάνα-χαρτόμουτρο για να ανακαλύψει τη γκόμενα του άντρα της Λελέ υποχρεώνει όλες τις φίλες της να δοκιμάσουν το σουτιέν που βρήκε τυχαία στη βαλίτσα του άντρα της(Κωνσταντάρας)) Η αγωνία του πρίγκιπα λοιπόν μεγάλωνε ώσπου να μια μέρα, ο αυλικός χτύπησε την πόρτα του παλιού αρχοντικού. Οι αδερφές της Παναγιώτας τρέξανε να ανοίξουνε όλο προσμονή. Εγώ θα το δοκιμάσω πρώτη, όχι εγώ, τραβούσανε το σουτιέν η μία από την άλλη…Μην κουράζεστε άδικα..πετάχτηκε η Παναγιώτα Καραμήτρου μέσα από το μπάνιο κρατώντας στα γαντοφορεμένα χέρια της μια μαύρη βεντούζα με κόκκινο λοστάρι(είχε βουλώσει το καζανάκι…)…δικό μου είναι και μπορώ να το αποδείξω…κι αμέσως πετάει τα κουρέλια με τα οποία ήτανε ντυμένη και αποκαλύπτει το ασορτί εσώρουχο…Ααααααααααααα κάνανε όλοι…(εν μέρει από την έκπληξη, εν μέρει από τη βρώμα διότι η Παναγιώτα δεν είχε αλλάξει βρακί από τη μέρα του χορού). Για τυπικούς βέβαια λόγους τη βάλανε να δοκιμάσει και το σουτιέν και τότε πείστηκαν πως αυτή ήταν η εκλεκτή της καρδιάς του πρίγκιπα…Έτσι αίσια τελείωσε τούτο το παραμύθι για τη μικρή πρωταγωνίστρια που βασανίστηκε μεν, στο τέλος όμως κέρδισε κι αυτή με το…«σπαθί» της… μία θέση στον ήλιο….Και έζησε κι αυτή, πιστοί μου αναγνώστες, καλά…Όπως και τόσες άλλες ανεγκέφαλες πρωταγωνίστριες παραμυθιών….Ενώ εμάς…μας έμεινε ο φεμινισμός….

Η Σταχτογιώτα ( μέρος Α )


Ήταν μια φορά κι έναν καιρό ένας καλός έμπορος που είχε μια ακόμα πιο καλή κόρη που ποτέ δε μάθαμε το όνομά της γιατί αυτός που σκέφτηκε το παραμύθι δεν το θεώρησε απαραίτητο μιας και η άδικη μοίρα της θα της κολλούσε κάποτε το παρατσούκλι Σταχτοπούτα. Εμείς όμως επανορθώνοντας τούτο το πταίσμα θα την πούμε Παναγιώτα. Ήταν λοιπόν μια φορά κι έναν καιρό ένας καλός έμπορος που είχε μια ακόμα πιο καλή κόρη την Παναγιώτα. Δυστυχώς ήτανε χήρος που ξαναπαντρεύτηκε, όπως ήταν αναμενόμενο φυσικά γιατί όπως έχουμε πει επανειλημμένα στο σχολιασμό παραμυθιών ή χήροι παίζουνε ή άτεκνοι ή και τα δύο μαζί(βλέπε Χιονάτη και οι 7 ταλαίπωροι). Ο βασικός στόχος όλων αυτών είναι η πρωταγωνίστρια να είναι το θύμα της κατάστασης είτε ως καταραμένη, είτε ως ορφανή, είτε ως θύμα ζηλοτυπίας κάποιας μητριάς ή ετεροθαλούς αδερφής. Στην προκειμένη περίπτωση η Παναγιώτα είχε συγκεντρώσει σχεδόν όλα μαζί τα κακά μιας και….κι ο πατέρας πέθανε, και μητριά της άφησε και είχε και δύο κορίτσια που μοναδικό στόχο της ζωής τους ήταν να κάνουν τη ζωή της Παναγιώτας μαρτύριο. Αυτή να πλένει τα πιάτα, αυτή να σκουπίζει, αυτή να καθαρίζει το τζάκι από τις στάχτες, αυτή να σφουγγαρίζει, αυτή να καθαρίζει τα φωτιστικά, αυτή να πλένει τις κουρτίνες, αυτή να ράβει χαμένα κουμπιά, αυτή να της χτενίζει, αυτή να τις λούζει, αυτή να τις κάνει μανικιούρ-πετικιούρ, αυτή αυτή τα πάντα….Κι όμως με όλες αυτές τις δουλειές ούτε τα χέρια της είχανε σκάσει, ούτε τα δόντια της είχανε πέσει από την αναφαγιά(γιατί την άφηναν και νηστική), ούτε μώλωπες είχε(παρά το αλύπητο ξύλο και τις κακουχίες), κι όλα αυτά δεν τα λέω εγώ, αλλά τα δείχνει η συνέχεια του παραμυθιού κατά την οποία κλέβει το καλύτερο γκομενάκι. Οι αδερφάδες και η μητριά της κόλλησαν το προσωνύμιο Σταχτοπούτα…ποτέ δεν κατάλαβε κανένας γιατί…δηλαδή το πρώτο συνθετικό το καταλαβαίνουν όλοι, επειδή ήταν λερωμένη από τη στάχτη του τζακιού, για το δεύτερο όμως το –πούτα υπάρχουν σοβαρές ενστάσεις οι οποίες συνήθως σχετίζονται με σεξουαλικά υπονοούμενα διότι φήμες λένε ότι η οικογένεια δεν τα πήγαινε πολύ καλά με τα οικονομικά της μετά το θάνατο του πατέρα και η μητριά είχε βρει και άλλους εναλλακτικούς τρόπους να βγάζει χρήματα και ταυτόχρονα να βασανίζει τη θετή της κόρη που τόσο μισούσε. Φυσικά ο συνδυασμός των δύο είναι επιλογή του συγγραφέα γιατί οι κακές κόρες ανάλογα με τη δραστηριότητα κατά την οποία καταπιάνονταν η Παναγιώτα της είχαν το κατάλληλο παρατσούκλι Πιατοπούτα, Σκουπιδοπούτα, Σφουγγαροπούτα, Φωτοπούτα, Κουρτινοπούτα, Κουμποπούτα, Μαλλιοπούτα, Νυχοπούτα κλπ. Έτσι κυλούσαν οι μέρες στο πρώην αρχοντικό του έμπορου του σχωρεμένου, ώσπου μια μέρα με δίχως ήλιο ο γάλος έφαγε το μπαρμπα-Μπρίλιο. Εκείνη τη μέρα αγνοώντας παντελώς το δύστυχες αυτό γεγονός στο παλάτι αποφάσισαν να κάνουνε χορό για να παντρέψουνε τον πρίγκιπα. Τότε έτσι κάνανε, γιατί δεν υπήρχανε νάιτ κλάμπ και οι πρίγκιπες ήταν και φλώροι (όσοι δεν ήταν περιπλανώμενοι) και παντρεύονταν είτε με συνοικέσιο, είτε από χορό. Όλες οι ανύπαντρες κοπέλες του βασιλείου ήταν προσκαλεσμένες και φυσικά οι δύο κακές αδερφές είχαν κατενθουσιαστεί και είχαν αρχίσει τις προετοιμασίες για να γίνουν όσο πιο όμορφες γίνονταν για να τις επιλέξει ο πρίγκιπας. Άλλο καημό δεν είχανε οι κοπέλες την εποχή εκείνη, πώς να παντρευτούν έναν πλούσιο και να την πέφτουνε στα παλάτια..ωραίες εποχές…αθώες…και ξεκούραστες, γιατί και γω γυναίκα είμαι και πιστεύω πως η εποχή μας είναι πολύ κουραστική…από τη μια ο φεμινισμός, από την άλλη η ανταγωνιστική κοινωνία στην οποία ζούμε που όλως παραλόγως διατηρεί τις παραδοσιακές δομές της κοντεύουν να μας τρελάνουν, οι περισσότερες γυναίκες έχουνε διχασμό προσωπικότητας, ενοχικά σύνδρομα, κουρελιασμένα νεύρα και ψυχική ανισορροπία. Τότε όμως…ήξερες…Κάποιος δούλευε σαν το μαλάκα και συ απολάμβανες τους καρπούς των κόπων του. Κι η Παναγιώτα, μεγαλωμένη κι αυτή σε εκείνη την κοινωνία έκανε όνειρα κι αυτή για το μεγάλο χορό. Έτσι όταν έφτασε η μεγάλη βραδιά, αφού έλουσε, χτένισε, έντυσε και έβαψε τις αδερφές της, ετοιμάστηκε κι η ίδια όπως όπως και κουνάμενη συνάμενη ξεκίνησε να τις ακολουθήσει….Που πας ρε Καραμήτρου; Ακούστηκε μια φωνή. Ήταν της μητριάς που προτιμούσε να την αποκαλεί ωσαύτως, επειδή Καραμήτρο λέγανε τον σχωρεμένο τον έμπορα. Εεεε….μα στο χορό φυσικά…Τι λες μωρή….Δεν είναι για τα μούτρα σου ο χορός. Είναι για ανύπαντρες λέμεεεε….(σ.σ. τότε οι ανύπαντρες ήταν και παρθένες, ε και πώς να το κάνουμε βρε αδερφέ η Παναγιώτα το είχε κερδίσει με την αξία της το δεύτερο συνθετικό του Σταχτοπούτα). Τι να κάνει λοιπόν, μάζεψε τα κουρέλια και τα μούτρα της και έμεινε στο σπίτι μελαγχολική, στεναχωρημένη και γενικώς σύσκατη. Όταν έφυγαν οι αδερφάδες, ένα περίεργο φως φάνηκε μέσα στο σαλόνι και τσουπ έκανε την εμφάνισή της μια έξαλλη σαραντάρα που στη χώρα την ξέρανε με το όνομα Μέλπω η Μαντάμ, αλλά στο χωριό της Παναγιώτας μήτε την είχε ξαναδεί κανείς…

Σάββατο 26 Φεβρουαρίου 2011

Λες να φταίει ο Μορς ? ? …


Και ενώ είχα πειστεί πως ανήκουμε στη γενιά των φεϊσμπουκικών επαναστατών που με ένα κλίκ ευελπιστούν να ξυπνήσουν συνειδήσεις,να αλλάξουν το παγκόσμιο σήμερα και να καλυτερεύσουν το αύριο, - ασφαλώς προστατευμένοι στα σαλόνια των σπιτιών μας-   να που κάποιοι  real civilian casualties νεολαίοι, μετατρέπουν το διαδίκτυο σε μέσο για την αλλαγή στη σελίδα της ιστορίας του αραβικού κόσμου...

ποιοί είναι αυτή οι φέρελπεις που βρήκαν το κουράγιο να αφήσουν το pc στο σπίτι και να βγουν να επαναστατήσουν στους δρόμους ? ?

Ας βρούμε κάπου να ρίξουμε το φταίξιμο πριν μας κλείσουν το youtube και καταντήσουμε Κίνα…..

Μήπως να πιάσουμε το κακό από τη ρίζα ?

…θα ξεχάσουμε στα 1848 πόσο σημαντικό μέσο διάδοσης πληροφοριών αποτέλεσε ο τηλέγραφος στη Γηραιά Ήπειρο ώστε να συνδεθεί η πτώση του Λουδοβίκου-Φιλίππου με την πτώση του Μέττερνιχ στην Αυστρία ? … ίσως και η πτώση του Μπεν Άλι στην Τυνησία που τόσο αποτελεσματικά και γρήγορα παρουσιάστηκε μέσα από τα βίντεο του youtube να συμπαρέσυρε Αίγυπτο και Λιβύη …

Κι αν ο τηλέγραφος φταίει για την ¨άνοιξη των λαών¨ στα μέσα του 19 ου αιώνα,  μήπως ο έντυπος τύπος σε συνεργασία με τη τηλεόραση θα πρέπει να λάβουν την ευθύνη για την ¨άνοιξη των Ευρωπαϊκών λαών¨ στα μέσα του 20ου αιώνα που μας ανάγκασε παρακολουθώντας παρόμοια γεγονότα στην ανατολική Ευρώπη πάντα σε ζωντανή σύνδεση να ανασηκωθούμε λίγο από τον τόσο άνετο καναπέ μας τότε και να οργανώσουμε συλλαλητήρια αλληλεγγύης ? ? …...

Εμείς λοιπόν σαν άξιοι συνεχιστές αυτής της παράδοσης εξελίξαμε το μοντέλο και ταρακουνιόμαστε και έντυπα και τηλεοπτικά και διαδικτυακά. Ανεβάζουμε με ευκολία βίντεο τραβηγμένα από cameramen που βρίσκονται στο ίδιο αεροπλάνο που επιτίθεται στον άμαχο πληθυσμό της Λιβύης αλλά εκφράζοντας την λύπη μας για το γεγονός….η παραλογία δεν βρίσκεται στη μετάδοση της πληροφορίας αλλά ότι με 4000 κλικ στο βίντεο αξίζει να βγει το βιντεάκι της εβδομάδας, να παρουσιαστεί από το star channel μετά τις διακοπές των διασήμων στην Αράχοβα και να μοιραστεί σαν ένθετο την Κυριακή στα περίπτερα με τον πρωινό τύπο !!!

Και ενώ καταδικάζω την δήλωση του πρώην πρόεδρου της Τσεχίας Βάκλαβ Χάβελ που έσπευσε να συγκρίνει επιτυχώς την αραβική εξέγερση με τον άνεμο ελευθερίας, που οδήγησε στην κατάρρευση του «Σιδηρού Παραπετάσματος» στην Ανατολική Ευρώπη, κάπου σαν να συμφωνώ μαζί του.

Δεν ξέρω αν αυτή η επανάσταση θα μείνει στην ιστορία σαν διαδικτυακή ούτε αν αυτό είναι απαραίτητα κακό παράδειγμα για μια αυριανή γενιά που μεγαλώνει αμφισβητώντας την έλλειψη ασύρματου τηλεφωνικού δικτύου στο δάσος της κοκκινοσκουφίτσας .. αλλά θα υποστηρίζω την ρήση που λέει πως Στο σύνολό τους οι χώρες έγιναν και παρέμειναν ελεύθερες, με ελεύθερες εκλογές.

Πέμπτη 24 Φεβρουαρίου 2011

Έλληνίδα πωλήτρια σε κρίση...


Η χώρα μας περνάει βεβαίως μία από τις σοβαρότερες οικονομικές κρίσεις των τελευταίων δεκαετιών। Λίγοι αισιόδοξοι όμως, παρά την οικονομική στενότητα και τη γκρίνια εύχονται (πιστοί στο ουδέν κακό αμιγές καλού) η κρίση αυτή να οδηγήσει σε λύση πολλά από τα αδιέξοδα στα οποία έχει περιέλθει το κράτος μας, όπως η κακοδαιμονία της διοίκησης, η διαφθορά σε διάφορα επίπεδα, η μαύρη εργασία κλπ. Για άλλους πάλι, τίποτα δεν έχει αλλάξει και τίποτα δεν είναι όπως παλιά…Ένας από τους κλάδους που έχει πιστεύω ιδιαίτερα πληγεί στη χώρα μας είναι αυτός της Ελληνίδας πωλήτριας. Πάντα ήταν ένας δύσκολος και απαιτητικός κλάδος με άμεσες επιπτώσεις πάνω στους δύστυχους πελάτες, αλλά τώρα με τη μείωση των αποδοχών και την απομάκρυνση του κόσμου από την αγορά έχει πλέον καταντήσει μάστιγα.
Η Ελληνίδα πωλήτρια είναι a priori 1।αγενής, 2.απότομη, 3.μη με πλησιάζετε πριν τις 11 δεν έχω πιει καφέ, 4.κακοντυμένη ή ντυμένη στην καλύτερη περίπτωση για βίζιτα, 5.με πολύ ύφος. Φράσεις κλισέ όπως… «δε νομίζω ότι έχει στο νούμερό σας» ή «τι; για σας το θέλετε;» (συνοδευόμενες από βλέμματα σαρκαστικά και ειρωνικά) είναι χαρακτηριστικές και οδηγούν τις λίγο πιο παχουλές πελάτισσες σε ενοχικά σύνδρομα, ψυχολογικά αδιέξοδα και τάσεις αυτοκτονίας…Το σύνδρομο «αν ασχοληθώ μαζί σου θα πρέπει οπωσδήποτε να αγοράσεις κάτι» δεν έχει χαθεί από τις συνειδήσεις κι έτσι η έρημη πελάτισσα, ενώ ψάχνει μια μαύρη φούστα, φεύγει τελικά φορτωμένη με ένα κόκκινο φούτερ, δύο φουλάρια, και ένα σωρό άχρηστα αντικείμενα ,προκειμένου να μην την κοιτάξει η πωλήτρια με το βλέμμα «έχεσες έξω από εκκλησία»…Μία ακόμα ιδιαίτερη συμπεριφορά των Ελληνίδων πωλητριών, που τώρα με την κρίση έχει καταντήσει γραφική, είναι η περιφρόνηση του χρήματος (των άλλων φυσικά). Μα τι λέτε κυρία μου είναι πάμφθηνο, μόνο 430 ευρώ, σκεφτείτε την ποιότητα…και την κοιτάς και σκέφτεσαι ότι ξεροσταλιάζει στα πόδια της ωράριο μαγαζιών για 600 ευρώ και δεν είναι δυνατόν τα 430 να της φαίνονται λίγα και θέλεις να της το πεις, αλλά δε σ αφήνει το αγέρωχο βλέμμα της. Αντ αυτού αισθάνεσαι και μειονεκτικά που τα 430 ευρώ σου φαίνονται υπερβολικά για ένα τόσο θαυμαστό και ποιοτικό κομμάτι, χαμηλώνεις το βλέμμα και φεύγεις διακριτικά ψελλίζοντας μια δικαιολογία ότι θα ξαναγυρίσεις αργότερα, ενώ η πωλήτρια σε ακολουθεί με το θριαμβευτικό βλέμμα αναμεμειγμένο με ειρωνεία και κουνώντας το κεφάλι με οίκτο για την κατάντια σου.
Και επειδή οι πελάτες σπανίζουν στις μέρες μας, πρέπει αυτοί οι λίγοι που αποτολμούν εξόδους να πληρώσουν για όλους τους απόντες. Οι προσφορές δίνουν και παίρνουν. Με το ένα άλλο ένα, με τα δύο ένα μασάζ δώρο, πάρτε και τούτο πάρτε και τ άλλο. ΟΙ πληροφορίες πέφτουν βροχή την ώρα που απεγνωσμένα προσπαθείς να θυμηθείς γιατί μπήκες στο κατάστημα. Θυμάσαι διάφορα είδη γιόγκας στα οποία έχεις εξασκηθεί, συγκεντρώνεσαι, παίρνεις ανάσα και ρωτάς απελπισμένα, έχετε κοντά φορέματα σε καφέ χρώμα; Και τότε απλώνονται μπροστά σου οι εξής επιλογές: φορέματα σε μπεζ, άσπρο, εκρού, μαύρο, κόκκινο, πορτοκαλί και πράσινο. Ναι ξέρετε αλλά εγώ ήθελα κάτι σε καφέ. Ναι, αλλά δείτε και αυτό το ροζάκι που έχουμε. Ναι αλλά …Δεν έχει μα μου, το μπλέ θα πάρετε σας πάει μούρλια…Και έχει και 30%. Μα μου είναι μεγάλο…Όχι όχι κάνετε λάθος, θα το πιάσουμε λίγο από δώ, λίγο από κει και θα ναι ακριβώς επάνω σας. Μα δεν έχω με τι να το συνδυάσω…Καλέ τι λέτε με όλα πάει με όλα! Και μ αυτό που φοράτε σήμερα πάει (μουσταρδί). Και δεν έχει νόημα να αντιδράσεις γιατί η κυρία με το έντονο λιπγκλός πάνω από τα δύο κιλά μεικ απ δε σηκώνει αντιρρήσεις. Αντίστοιχα στο παπούτσι ο πάτος δίνει και παίρνει…Βάλτε ένα πατάκι μπροστά και θα σας είναι μούρλια! (170 ευρώ το πατούμενο)…ναι ξέρετε όμως μου είναι μεγάλο και πίσω….ε τότε να βάλουμε ένα πατάκι και πίσω…Κι όταν, μαζεύοντας τα κομμάτια και το κουράγιο σου ψιθυρίζεις όχι δεν το θέλω ευχαριστώ, τότε η Ελληνίδα πωλήτρια, ξεφυσάει αγανακτισμένη, ενίοτε σε μουντζώνει πίσω από το παραβάν πιστεύοντας ότι δεν τη βλέπεις και σταματάει αυτομάτως να ασχολείται μαζί σου ακόμη και στη σπάνια περίπτωση που έχεις τη διάθεση να δοκιμάσεις κάτι άλλο από το ίδιο μαγαζί. Κι επειδή σπάνια γίνεται πωλήτρια η Ελληνίδα από πεποίθηση, συνήθως τη ρίχνει εκεί η άδικη μοίρα ενώ ήταν φτιαγμένη για ωραία και μεγάλα έργα, ΕΣΥ φέρεις την ευθύνη της αδικίας για το κακοπληρωμένο, κουραστικό επάγγελμα που ασκεί. Χριστέ μου…πώς να ζήσει κανείς με τόσες ενοχές;